Χριστουγεννιάτικα έθιμα όλων των ειδών αναβιώνουν παραδοσιακά κάθε χρόνο: Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, το καραβάκι, τα κάλαντα, η βασιλόπιτα είναι γιορτινές συνήθειες οικείες σε όλους και όλες μας. Πέρα όμως απ’ αυτές, ο κάθε τόπος έχει τις δικές του εορταστικές συνήθειες. Το δικό του τρόπο να τιμά και να χαίρεται συλλογικά ό,τι είναι γι’ αυτόν σημαντικό.
Ο Ελλαδικός χώρος έχει να επιδείξει πλούσια παράδοση από Χριστουγεννιάτικα έθιμα – εννοώντας τα έθιμα όλου του 12ήμερου, που κρατά από τα Χριστούγεννα ως τα Θεοφάνια. Σε πολλές περιοχές, συναντάμε συγγενείς πρακτικές και αντιλήψεις: Το γιορτινό τραπέζι, ο φόβος για τους καλικάντζαρους, το ποδαρικό. Ανάμεσα τους, δεν είναι λίγα τα Χριστουγεννιάτικα έθιμα που περιλαμβάνουν μεταμφιέσεις ή τελετουργικά με έντονα θεατρικά στοιχεία – συχνότερα στη Βόρεια Ελλάδα και τις ημέρες των Θεοφανίων.
Τελετουργίες: Το νερό, η φωτιά και η καμήλα!
Στη Θεσσαλία, οι κοπέλες είθισται να πηγαίνουν στη βρύση «για να κλέψουν το άκραντο νερό». Άκραντο σημαίνει «αμίλητο», μιας και πρέπει να παραμείνουν σιωπηλές σε όλη τη διαδρομή! Όποια φτάσει πρώτη, είναι και η πιο τυχερή την ερχόμενη χρονιά. Γυρνώντας σπίτι, ρίχνουν λίγο από το νερό που μάζεψαν στις 4 γωνιές του σπιτιού. Ακόμα, συνήθιζαν να αλείφουν τις βρύσες με μέλι και βούτυρο για γλυκιά ζωή. Συχνά, επίσης, τις «τάιζαν» και διάφορες λιχουδιές (π.χ. ψωμί, τυρί) για καλή σοδειά! Παρεμφερή έθιμα, εντοπίζονται και σε άλλες περιοχές, όπως η Λέσβος.
Στην Πέλλα, ως αναφορά στη σφαγή του Ηρώδη, συναντάμε το «Κόλιντα Μπάμπο»: Ανάβουν φωτιές και, ως ένα είδος προειδοποίησης, φωνάζουν «Κόλιντα Μπάμπο» – το οποίο πιθανώς σημαίνει «σφάζουν γιαγιά». Φωτιές ανάβουν και στη Φλώρινα για να τιμήσουν τη φωτιά που άναψαν οι βοσκοί για να ζεστάνουν το Θείο Βρέφος. Στο Βόιο Κοζάνης, η «Κλαδαριά» – ο σωρός από ξερόκλαδα δηλαδή- ανάβει από τα χέρια του γηραιότερου. Η υπόλοιπη κοινότητα χορεύει γύρω απ’ τη φωτιά, κάποιες φορές φορώντας κουδούνια.


Των Φώτων, στη Γαλάτιστα Χαλκιδικής, άντρες της περιοχής χορεύουν και τραγουδούν κάτω από το ομοίωμα μιας καμήλας! Το παράξενο αυτό έθιμο αποτελεί αναπαράσταση ενός πραγματικού γεγονότος: Στα τέλη του 19ου αιώνα, ένας Τούρκος απήγαγε μια κοπέλα. Ο αγαπημένος της, για να την ελευθερώσει, έφτιαξε ένα ομοίωμα καμήλας μέσα στο οποίο κρύφτηκε με τους φίλους του. Όταν του δόθηκε η ευκαιρία, έκρυψε την κοπέλα κάτω από την καμήλα και τη φυγάδευσε! Σε καμήλες μεταμφιέζεται και ο σύλλογος «Καβακλή» των Κουφαλίων Θεσσαλονίκης, αλλά για άλλο λόγο: Βγαίνουν στην πόλη και, ως καμήλες, φωνάζουν διάφορα συνθήματα με στόχο την παραπλάνηση των στρατιωτών του Ηρώδη!
Κουδουνοφόροι και μεταμφιεσμένοι
Εκτός από την Κοζάνη, εντοπίζονται αρκετά Χριστουγεννιάτικα έθιμα που περιλαμβάνουν «Κουδουνοφόρους»: Στη Δράμα, αλλά και σε άλλα σημεία που συναντάμε πληθυσμούς με καταγωγή από τον Πόντο, βρίσκουμε τους «Μωμόγερους». Οι Μωμόγεροι φορούν τομάρια ζώων ή στολές με σπαθιά. Εκτελούν μιμήσεις γέρικων προσώπων ή άλλων μορφών, όπως της αρκούδας ως συμβόλου δύναμης, της νύφης ως συμβόλου μέλλοντος κ.α. Κυκλοφορούν σε παρέες, τραγουδώντας ευχές και αν συναντηθούν κάνουν «πόλεμο» μεταξύ τους!
Συγγενικά έθιμα, την ημέρα των Φώτων, εντοπίζονται επίσης και σε άλλες περιοχές: Κατά τα «Ραγκουτσάρια», στην Καστοριά, οι κάτοικοι φορούν τρομακτικές μάσκες συμβολικού χαρακτήρα, για να ξορκίσουν το κακό από τον τόπο. Αντίστοιχα, τα Θεσσαλικά «Ρουγκάτσια» περιλαμβάνουν περιπλανώμενους μεταμφιεσμένους (ως νύφη, γιατρός, αρκούδα κλπ), που γυρνούν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας. Πολλές φορές, ζητούν και αμοιβή.


Τα «Μπουμπουσάρια» λαμβάνουν χώρα στη Σιάτιστα εδώ και εκατοντάδες χρόνια, την ημέρα των Φώτων: Διάφορες παρέες μεταμφιέζονται και παρελαύνουν στην πόλη μέσα σε ένα κλίμα κεφιού, σατιρίζοντας την πολιτική ζωή του τόπου. Καταλήγουν στην πλατεία του χωριού, όπου εκτυλίσσεται το εορταστικό γλέντι.
Στη Λάρισα, την Πρωτοχρονιά, ένα από τα Χριστουγεννιάτικα έθιμα που αναβιώνει είναι τα «Μπαμπαλιούρια»: Οι Μπαμπαλιούρηδες φορούν ειδική στολή με κουδούνια, μάσκα από προβιά ζώου και ξύλινο σπαθί. Παραφυλάνε έξω από τις εκκλησίες και δεν επιτρέπουν στον κόσμο να βγει, παρά μόνο αν τους δώσει χρήματα! Γυρνούν στους δρόμους μέχρι αργά το βράδυ, κάνοντας θόρυβο με τα κουδούνια τους και επιτελώντας μέχρι τέλους ένα έθιμο που σκοπό έχει να διώξει τα κακά πνεύματα για μια καλή χρονιά.


Στη Νικήσιανη Καβάλας και σε αρκετά χωριά της Δράμας, ένα από τα Χριστουγεννιάτικα έθιμα που αναβιώνουν είναι οι «Αράπηδες»: Των Φώτων, οι κάτοικοι, φορώντας προβιές και κουδούνια, κυκλοφορούν στους δρόμους του χωριού. Με τους ήχους των κουδουνιών τους, ξορκίζουν κι εκείνοι το κακό, ενσαρκώνοντας τη μάχη της ζωής με το θάνατο.
Τα Χριστουγεννιάτικα έθιμα ως επιτελεστικές κοινοτικές πρακτικές
Τα παραπάνω είναι μόνο μερικά από τα Χριστουγεννιάτικα έθιμα που συναντάμε σε όλη την Ελλάδα. Το ενδιαφέρον, όμως, εδώ είναι το εξής: Το πως η κάθε κοινότητα στο παρελθόν επικαλούταν τελετουργικές και επιτελεστικές πρακτικές για να «ξορκίσει» ότι δυσκολευόταν να καταλάβει˙ να δομήσει τη συλλογική της ταυτότητα˙ να διαρρήξει το καθημερινό. Οι κάτοικοι δεν παρακολουθούν απλώς τις ιστορίες του κόσμου τους να εκτυλίσσονται ως αναπαραστάσεις από κάποιον τρίτο. Μετέχουν σε αυτές. Τις αφηγούνται οι ίδιοι στην υπόλοιπη κοινότητα. Οι δρόμοι και οι πλατείες γίνονται θεατρικές σκηνές. Μιλάμε, λοιπόν, για κοινοτικές πρακτικές που «δεν αντικατοπτρίζουν ή περιγράφουν απλώς τον κόσμο, αλλά τον δημιουργούν».[1] Η αλλιώς, «οι άνθρωποι «γίνονται» Αράπηδες, δεν ντύνονται».[2]


Το να ενσαρκώνεις αυτό που δε γνωρίζεις, να προσπαθείς να το κατανοήσεις και να το μετασχηματίσεις είναι κάτι παλιό. Άλλωστε οι ημέρες των Φώτων (όπου και εντοπίζονται οι περισσότερες πρακτικές τέτοιου χαρακτήρα) είναι μια μίξη Χριστιανικών και Ειδωλολατρικών εθίμων [3]. Η θεατρικότητα που εντοπίζεται σε αυτές τις παραδόσεις είναι μια «δεξιότητα παραγωγής και διαχείρισης του διαφορετικού» [4]. Μια δεξιότητα που διανοίγει χώρους διαχείρισης των «κακών πνευμάτων» που οι κοινότητες δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν. Η’ επίκλησης «αρχετυπικών» μορφών. Ενσαρκώνοντας τις, ίσως πίστευαν ότι μπορούν να απελευθερώσουν τις «ειδικές δυνάμεις» της κάθε μιας: τη νιότη, την υγεία, την τύχη.
Ταυτόχρονα, το μοίρασμα και η επιτέλεση κοινών αφηγήσεων συνέβαλε στη συγκρότηση κοινής ταυτότητας για μια κοινότητα. Οι τελετουργικές επιτελέσεις συνδέονται άμεσα με την αίσθηση του ανήκειν και την τοπικότητα – ή την (συλλογική) ανάμνηση αυτής- και συνηθίζονται στους αγροτικούς πληθυσμούς του παρελθόντος.[5] Η τελετουργία, ως πρακτική, στόχευε στην εξισορρόπηση μιας σχέσης γεμάτης ένταση: αυτή της ετερότητας (της μη-ερμηνεύσιμης απειλής, εν προκειμένω) και της ταυτότητας.[6] Ταυτόχρονα, βέβαια, σηματοδοτούσε και το όριο της κοινότητας – τι ήταν διατεθειμένη να ανεχτεί και δεχτεί ως δικό της και τι όχι.[7]


Η κοινωνία της γιορτής
Κι όλα αυτά συνέβαιναν στον κοινό χώρο του χωριού ή της πόλης. Τα σπίτια ανοιχτά, ενώνονται χαρμόσυνα με τους δρόμους και τις πλατείες. Είναι η «κοινωνία της γιορτής» που ο Λεφέβρ τόσο αποζητά, αλλά δυσκολεύεται να βρει στη σύγχρονη ζωή στην πόλη.[8] Είναι η διάρρηξη του καθημερινού. Η σύσσωμη συμμετοχή στο γλέντι και στη δημιουργία ενός κόσμου, που σβήνει για λίγο αυτόν του μόχθου και που επιχειρεί να προδιαγράψει ένα μέλλον ευοίωνο, προσελκύοντας την καλή τύχη, μέσα από τελετουργίες.
Η ζωή μας είναι πια πολύ διαφορετική. Όμως ακόμα, κάθε χρονιά, μικρές σκηνές εξακολουθούν να ανοίγουν τις αυλαίες τους σε όλη τη χώρα, ζωντανεύοντας την παράδοση. Φέτος θα ‘ναι σιωπηλές. Με την ευχή σύντομα να μπορέσουμε να βρεθούμε και πάλι κοντά τους!
Βιβλιογραφία
- [1] Ν. Νιώρα, Ρ. Λουτζάκη, Μ. Κουτσούμπα, & Β. (Απρίλιος 2011), Ανασκοπική Μελέτη: Χορός και Θεωρία της Επιτελέσης: Όψεις των Παραστασιακών Πολιτισμικών Πρακτικών, Αναζητήσεις στη Φυσική Αγωγή & τον Αθλητισμό, Τεύχος 9, σελ.30
- [2] Όπως μοιράζεται ο κ. Ιωάννης Παπουτσής, πρόεδρος του Κέντρου Πολιτιστικής Ανάπτυξης Ανατολικής Μακεδονίας στο Μαππά Ε.& Μισεμικέ Γ. (04.01.2012), Ήρθανε τα Φώτα με τα έθιμά τους, ΤΟ ΒΗΜΑ
- [3] ‘Όπως σημειώνει στο προηγούμενο άρθρο ο κ. Μηνάς Αλεξιάδης, καθηγητής λαογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών
- [4] Σταυρίδης Σ. (2002), Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σελ. 251
- [5] Βιλαέτη Όλγα (2007), Διπλωματική εργασία: Τελετουργία, επιτέλεση και τοπικότητα: το εθνογραφικό παράδειγμα των Κορδελάδων στις Μέλανες Νάξου, Επόπτες: Ε. Αυδίκος και Π. Παπαηλία, Βόλος: Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Διεπιστημονικές προσεγγίσεις στις ιστορικές, αρχαιολογικές και ανθρωπολογικές σπουδές», Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
- [6] Auge, M., 1999 (1994), Για μια Ανθρωπολογία των Σύγχρονων Κόσμων, Δ.Σαραφίδου (μτφ.), Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
- [7] ‘Όπως [5]
- [8] Όπως γράφει στο εμβληματικό του έργο Δικαίωμα στην Πόλη
- www.topoikaitropoi.gr
- www.kentrolaografias.gr